Undercover: Operation Wintersun
- Κυκλοφορία: 2007
- Ανάπτυξη: Sproing Interactive
- Πλατφόρμα: PC
Η αλήθεια είναι ότι είχαμε αρκετό καιρό να δούμε adventure game να διαδραματίζεται στην ταραγμένη εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τα τελευταία που μπορώ να θυμηθώ είναι τα αρκετά παλιά Kronolog: A Nazi Paradox και, αν δεν κάνω λάθος, το Prisoner of Ice. Λόγω επίσης του ιδιαίτερου setting της χρονολογικής περιόδου γύρω από την οποία κινείται το παιχνίδι, το πιο λογικό θα ήταν το σενάριο πιθανά να ήταν κατασκοπευτικής μορφής ή κάτι παρόμοιο. Αποδεκτό, μιας και δεν έχουμε δει κάτι παρόμοιο σε adventure – συν ότι για μένα δεν μετράει αυτό καθεαυτό το σενάριο αλλά η υλοποίηση και η εφαρμογή του. Ήταν λοιπόν στην διακριτική ευχέρεια της κατασκευάστριας εταιρείας να καταφέρει να πλέξει ένα ενδιαφέρον σεναριακό υπόβαθρο γύρω από την συγκεκριμένη περίοδο. Προσωπικά θεωρώ ότι ουσιαστικά η ιδέα δεν αξιοποιήθηκε στο έπακρο με αποτέλεσμα να έχουμε να κάνουμε με μια εξέλιξη ιστορίας η οποία στην καλύτερη των περιπτώσεων ακολουθεί σε πρωτοτυπία και πλοκή την ψιλοκλισέ και πολυφορεμένη οπτική των άπειρων κινηματογραφικών ταινιών που αγγίζουν το ίδιο θέμα.
Το σενάριο του παιχνιδιού λοιπόν έχει ως εξής: Είσαι, ο Δρ. John Russell, πυρηνικός φυσικός όσον αφορά τις ακαδημαϊκές σου ασχολίες, όταν σε πλησιάζουν οι Βρετανικές Μυστικές Υπηρεσίες και σου ζητούν να διερευνήσεις το περιεχόμενο κάποιων γερμανικών εγγράφων, που αποκτήθηκαν από τους κατασκόπους της Υπηρεσίας. Τα έγγραφα αυτά δείχνουν ότι οι Γερμανοί εργάζονται για να επιτύχουν την κατασκευή μιας καινούριας βόμβας, η οποία πέρα απ΄ το ότι μπορεί να επηρεάσει την έκβαση του πολέμου υπέρ τους, αυτή ίσως προκαλέσει και εκατόμβες θυμάτων αν χρησιμοποιηθεί. Έτσι, στέλνεσαι σε μυστική αποστολή στο Βερολίνο, μαζί με έναν κατάσκοπο της υπηρεσίας για να σε βοηθήσει με την εμπειρία σου, με απώτερο σκοπό να ανακαλύψεις τι ακριβώς συμβαίνει με την βόμβα, και αν είναι δυνατόν να αποτρέψεις την δημιουργία και την ρίψη της. Τα πράγματα στην πορεία βέβαια περιπλέκονται λίγο όταν στο παιχνίδι μπαίνει και η γοητευτική κατάσκοπος Anne Taylor, σιγά μην δεν έβαζαν μία θερμή γυναικεία παρουσία στο παιχνίδι, η οποία φαίνεται να δρα με περισσότερο ιδιοτελή και μυστήρια κίνητρα. Το ποιος είναι ποιος και τι ακριβώς ρόλο έχει ο καθένας από αυτούς θα το μάθετε στην συνέχεια.
Το πρόβλημα με το σενάριο του παιχνιδιού έγκειται στο ότι αυτό εξαντλείται απλά στο να βρεις και να αφοπλίσεις την βόμβα, τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Βέβαια, στην πορεία υπάρχουν κάνα-δυο ανατροπές, οι οποίες σε κάποιο βαθμό είναι και σχετικά αναμενόμενες, αλλά καμία από αυτές δεν αρκούν για να εμπλουτίσουν το σενάριο ώστε αυτό να αποτελέσει μία ολοκληρωμένη και πλήρη ιστορία. Συνυπολογίστε και ότι το παιχνίδι είναι μικρό σε διάρκεια και ήδη έχετε την εικόνα στο μυαλό σας. Κρίμα πάντως, γιατί οι δημιουργοί, βάση της αρχικής τους ιδέας, θα μπορούσαν να συνθέσουν κάτι το οποίο θα παρουσίαζε μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Ακόμα και οι χαρακτήρες του παιχνιδιού, δεν αναλύονται όπως θα έπρεπε με αποτέλεσμα τα κίνητρα και ο ψυχισμός τους να είναι λίγο ρηχός και προβλέψιμος. Το «πρόβλημα» αυτό είναι περισσότερο εμφανές στον ήρωα του παιχνιδιού, τον δρ. Russel δηλαδή – ο οποίος μετατρέπεται ξαφνικά από σεμνός ακαδημαϊκός σε υπερκατάσκοπο. Η μετάβαση αυτή εξηγείται μεν με κάποια πειστικότητα αλλά και πάλι απέχει από το να χαρακτηριστεί λογική.
Τα γραφικά του παιχνιδιού είναι αντιφατικά. Καταρχήν, είναι σχεδιασμένα σε δύο διαστάσεις, με τους χαρακτήρες να είναι 3D – ενώ αυτό που προκαλεί μία άμεση θετικά οπτικά εντύπωση είναι τα backrounds τα οποία είναι όμορφα σχεδιασμένα και με απαλούς χρωματισμούς που αποτυπώνονται ωραία στο μάτι. Μερικά δε, έχουν και μία πολύ όμορφη backround κίνηση, όπως τα σύννεφα που κινούνται στον ουρανό του χωριού Haigerloch, ενώ εξαιρετική εντύπωση μου άφησαν και ο σχεδιασμός του βομβαρδισμένου Stalingrant – ναι καλά ακούσατε οι χάρες σας φθάνουν μέχρι τα βάθη της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης. Το χειρότερο όλων βέβαια όσον αφορά τα γραφικά είναι τα κοντινά πλάνα τον χαρακτήρων. Πραγματικά πρέπει να τα δείτε από κοντά για να καταλάβετε για τι χάλι μιλάμε. Ειδικά δε, όταν μιλάς με κάποιον και η κάμερα ζουμάρει στα πρόσωπα που συμμετέχουν στο διάλογο, τα πρόσωπα είναι τόσο χοντροκομμένα που σχεδόν δεν καταλαβαίνεις ποιος είναι ποιος!
Επιπλέον, η επιλογή anti-aliasing δεν δουλεύει σε όσα pc και αν δοκίμασα το παιχνίδι και όχι μόνο αυτό αλλά και όταν το έβαζα σε πάνω από 2x δεν έπαιζαν τα cinematics του παιχνιδιού. Η μουσική του Undercover μου άρεσε αρκετά, αποτελούταν από όμορφα instrumental θέματα, τα οποία έδεναν όμορφα με την δράση και τις εξελίξεις του παιχνιδιού. Μην φανταστείτε όμως και τίποτα το τρομερό με ορχήστρες και τέτοια, απλά η μουσική έδενε ωραία με την περιήγηση μας στο παιχνίδι. Τέλος, οι φωνές των χαρακτήρων μου άρεσαν αρκετά με κορωνίδα την φωνή του ήρωα η οποία περιείχε μία σκοτεινή ψυχρότητα που μου άφησε μία όμορφη αίσθηση στα αυτιά, καθώς επιτέλους ξεφύγαμε λίγο από τους στρουμφο-χαρακτήρες που λάμπουν από καλοσύνη και σώζουν τον κόσμο με τεράστια προθυμία και αυταπάρνηση.
Oι γρίφοι του παιχνιδιού είναι αναμφίβολα το δυνατότερο σημείο του. Είναι επί το πλείστον inventory based και στην πλειοψηφία τους είναι απολύτως λογικοί και αποτέλεσμα ορθολογικής σκέψης, έτσι ώστε σε κανένα σημείο να μην σας ταλαιπωρήσουν με πιθανή στρυφνότητα ή με πρακτικές του στυλ «πως διάολο έπρεπε να το φανταστώ εγώ αυτό;». Κατ’ εμέ, ο τρόπος ενσωμάτωσης των γρίφων του παιχνιδιού έχει δύο τεράστια πλεονεκτήματα: Tο πρώτο είναι ότι μαζεύουμε αρκετά αντικείμενα στο inventory μας – πολλά από τα οποία δεν χρησιμοποιούμε ποτέ. Αυτό είναι άλλωστε και το πιο λογικό, πως ξέρει εκ των προτέρων ο ήρωας ποια αντικείμενα ακριβώς θα χρειαστεί ώστε να συλλέγει μόνο τα απαραίτητα; Καιρό είχαμε να το δούμε αυτό σε adventure game και αποτέλεσε μία ευχάριστη έκπληξη για μένα. Το δεύτερο είναι ότι υπάρχουν και πολλά σταθερά αντικείμενα στο περιβάλλον, μερικά από τα οποία επίσης δεν χρησιμοποιούνται ποτέ. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι στο περιβάλλον υπάρχουν άπειρα σε αριθμό hotspots, κάτι που θα ήταν τρομερά κουραστικό και επίπονο, απλά εδώ έχει βρεθεί η χρυσή τομή – ούτε πάρα πολλά (όπως στο Martin Mystere), ούτε πολύ λίγα (όπως στο Keepsake). Έτσι κάθε φορά θα πρέπει να σκανάρουμε προσεκτικά, και με αρκετές δοκιμές ομολογουμένως, την οθόνη ώστε να ανακαλύψουμε τελικά τι μας είναι χρήσιμο και τι όχι. Αυτό, σε συνδυασμό με τα πολλά αντικείμενα του inventory που προανέφερα λειτουργεί εξαιρετικά και ουσιαστικά συμβάλλει στην μεγιστοποίηση της απόλαυσης που προσφέρει το παιχνίδι στον παίκτη, αφού τον «ιντριγκάρει» να σκέφτεται διαρκώς και να ψάχνει την χρησιμότητα ή όχι του κάθε αντικειμένου.
Σε γενικές γραμμές, οι γρίφοι του παιχνιδιού δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολοι, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι είναι και εύκολοι. Πρέπει να κάνετε αρκετές δοκιμές για να βρείτε ποιο αντικείμενο χρησιμοποιείται που αλλά αυτό δεν εμπεριέχει την μέθοδο trial & error καθώς η λογική του παιχνιδιού είναι κρυστάλλινη. Έτσι, σαν amateur κατάσκοπος που είστε θα πρέπει να βρίσκετε τρόπους να παρακάμψετε φρουρούς, να ανακαλύπτετε μυστικά δωμάτια και έγγραφα αλλά και να ξεμπλέκετε από δύσκολες καταστάσεις. Κάθε φορά δηλαδή είστε σε ένα δεδομένο γεωγραφικό χώρο και πρέπει να κινηθείτε ανάλογα του σκοπού τον οποίο έχετε να εκπληρώσετε κάθε φορά. Αυτό το στοιχείο προσθέτει εγρήγορση στο παιχνίδι και το κάνει ενδιαφέρον δίνοντας σας κάθε φορά άλλες και διαφορετικές προκλήσεις να επιλύσετε. Επιπλέον, στο Undercover υπάρχουν και διάφορα puzzles (ευτυχώς δεν υπάρχει κανένα slider) τα οποία προσθέτουν ποικιλία με την όμορφη ευρηματικότητα τους. Σαν συνολική εικόνα πάντως στον τομέα των γρίφων το παιχνίδι παίρνει σχεδόν άριστα, με εξαίρεση βέβαια κάτι μικρολαθάκια λογικής, όπως αυτό με τον ελεύθερο σκοπευτή στο Stalingrant όπου αφού καταφέρεις να τον παρακάμψεις και να προχωρήσεις στην επόμενη οθόνη μετά μπορείς να γυρίσεις πίσω σαν αυτός να μην υπάρχει! Αυτά τα λαθάκια όμως δεν αλλοιώνουν σε κανένα σημείο την θετική εικόνα του παιχνιδιού. Τέλος, σημειώστε ότι σε μερικά σημεία δράτε υπό χρονικό περιορισμό, μην φανταστείτε όμως τίποτα το ακατόρθωτο – απλά θα πρέπει να κινηθείτε άμεσα και κάτω από σχετική πίεση, τίποτα το τρομερά πολύπλοκο δηλαδή.
Τα αρνητικά σημεία του παιχνιδιού συνοψίζονται στα κατά τόπους μέτρια γραφικά του, κυρίως στα κοντινά πλάνα των χαρακτήρων δηλαδή, και στην γραμμικότητα του σεναρίου του, με την έννοια ότι η εξέλιξη του είναι κατά κάποιο τρόπο προβλέψιμη και εξαντλείται απλώς στα απολύτως απαραίτητα. Αν τα συγκεκριμένα σημεία είχαν προσεχθεί λίγο παραπάνω και ιδιαίτερα αν η δράση του παιχνιδιού ήταν μεγαλύτερη σε μέγεθος τότε σίγουρα το παιχνίδι θα άνηκε στην all star team των adventure της τελευταίας πενταετίας. Έκανα περίπου 10 ώρες να το τελειώσω, χρόνος που φυσικά δεν είναι λίγος αλλά σίγουρα δεν είναι και πολύς. Για τον χειρισμό του παιχνιδιού, δεν νομίζω ότι χρειάζεται να αναφέρω και πολλά πράγματα μιας και το Undercover είναι ένα κλασσικό point & click adventure 3ου προσώπου, με ότι αυτό συνεπάγεται. Το μόνο στο οποίο θα πρέπει και επιστήσετε την προσοχή σας είναι ότι με το πλήκτρο TAB βλέπετε τις εξόδους μιας οθόνης ενώ από τις ρυθμίσεις του παιχνιδιού, και μέσω του Beginner’s Mode, υπάρχει η δυνατότητα με το πλήκτρο Backspace να φωτίζονται τα αντικείμενα της οθόνης της οποίας βρίσκεστε.
Η συνολική εικόνα που μου άφησε το Undercover ήταν σίγουρα θετική και πέρασα μαζί του αρκετές ευχάριστες ώρες. Κρίμα μόνο για το μικρό μέγεθος του και αυτό το λέω γιατί το παιχνίδι μου άρεσε και ήθελα να ήταν μεγαλύτερο και να μην τελείωνε τόσο γρήγορα. Δεν πειράζει όμως. Το σίγουρο είναι ότι θα περάσετε καλά παίζοντας το Undercover και είμαι βέβαιος ότι η ίδια εταιρεία θα μας δώσει και άλλους αξιόλογους τίτλος στο μέλλον. Τις σωστές βάσεις τις έχουν, το μόνο που χρειάζεται είναι λίγο παραπάνω προσοχή σε ορισμένα σημεία – είμαι βέβαιος όμως ότι στο μέλλον θα τα διορθώσουν.