Dark Fall: Lost Souls

Τετάρτη, 23 Δεκεμβρίου 2009, Συντάκτης: Tasos

  • Κυκλοφορία: 2009
  • Ανάπτυξη: Darkling Room
  • Πλατφόρμα: PC

Remember, remember the 5th of November...

5 Νοεμβρίου 1605. Ο Βρετανός στρατιώτης και αποστάτης Guy Fawkes επιχείρησε να ανατινάξει με 36 βαρέλια πυρίτιδας κτίρια του Βρετανικού Κοινοβουλίου στο Λονδίνο κατά την έναρξη της Βουλής… Σε ανάμνηση της αποτυχημένης απόπειρας του Guy Fawkes και άλλων συνωμοτών, που έμεινε γνωστή ως η Συνομωσία της Πυρίτιδας (The Gunpowder Treason), η  νύχτα της 5ης Νοεμβρίου, γνωστή και ως Bonfire Night ή Νύχτα του Guy Fawkes, γιορτάζεται από όλους τους Βρετανούς τόσο με το άναμμα ανοιχτών πυρών στους δρόμους και άφθονα πυροτεχνήματα...

5 Νοεμβρίου 2005. Η εντεκάχρονη Amy Haven εξαφανίζεται μυστηριωδώς, ανήμερα των γενεθλίων της, στην περιοχή Dowerton της επαρχίας του Λονδίνου. Λίγο πριν την εξαφάνισή της η μικρή είχε αποβληθεί από το Κολέγιο Θηλέων του Saint Swithin εξαιτίας της περίεργης συμπεριφοράς της… Οι μακάβριες ζωγραφιές της, η εμμονή της με τον κόσμο των νεκρών και η παρέα της με τον ‘ιδιόρρυθμο’ επιστάτη του σχολείου, τον αποκαλούμενο ‘Mr. Bones’, έναν σκοτεινό χαρακτήρα που πιστεύει πως μπορεί να καλεί πνεύματα και να συνομιλεί με αυτά, αναστάτωναν διαρκώς τους καθηγητές και τις συμμαθήτριες της μικρής Amy και οδήγησαν στην οριστική αποβολή της από το σχολείο. Οι έρευνες της αστυνομίας για την εξαφάνισή της αποβαίνουν άκαρπες. Ο ικανότατος και έμπειρος επιθεωρητής που ηγείται της υπόθεσης θεωρεί πως βασικός ύποπτος για την εξαφάνιση της Amy είναι ο Mr. Bones. Στην προσπάθειά του να αποδείξει την ενοχή του επιστάτη θα παραβιάσει την αστυνομική δεοντολογία και θα καταπατήσει ανθρώπινα δικαιώματα χωρίς, ωστόσο, να επιφέρει κάποιο αποτέλεσμα. Ο ηλικιωμένος επιθεωρητής θα χρεωθεί απολύτως την αποτυχία των αστυνομικών ερευνών, θα λιθοβοληθεί από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης για την ανάρμοστη συμπεριφορά και τις πιεστικές μεθόδους του απέναντι στο βασικό ύποπτο, θα κατηγορηθεί για τη κατασκευή πλαστών στοιχείων που θα ενοχοποιούσαν τον Bones και τελικά η καριέρα του θα καταστραφεί ολοσχερώς. Από τότε η υπόθεση της μικρής Amy στοιχειώνει αδιάκοπα τον επιθεωρητή, καταρρακώνοντας την ψυχολογία του και την διαλύοντας την προσωπική του ζωή και την επαγγελματική του υπόσταση.

5 Νοεμβρίου 2010. Η περιοχή Dowerton χρόνο με το χρόνο παρακμάζει. Το άλλοτε ήσυχο και γραφικό προάστιο του Λονδίνου που αποτελούσε πόλο έλξης για επιστήμονες, καλλιτέχνες και επιχειρηματίες που αποζητούσαν την γαλήνη και τη διακριτικότητα της βρετανικής επαρχίας, μακριά από τα πολύβουα αστικά κέντρα, πλέον μαστίζεται από την άναρχη και εγκληματική δράση συμμοριών, τη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, τη μαύρη μαγεία και από μια σειρά περίεργων εξαφανίσεων στα σκοτεινά δάση της περιοχής. Οι κάτοικοι σπάνια κυκλοφορούν τη νύχτα έξω από τα σπίτια τους, ενώ υπάρχουν πολλές αναφορές για ένα μικρό κορίτσι που εμφανίζεται στην περιοχή του δάσους και του παλιού σιδηροδρομικού σταθμού -της πάλαι πότε καρδιάς του Dowerton- και προτρέπει τις νεαρές συμμορίες να το ακολουθήσουν ή να διαπράξουν εγκληματικές ενέργειες… Με τις εορταστικές πυρές της Bonfire Night να καίνε στη γύρω περιοχή, τα γέλια των ντόπιων που γιορτάζουν να αντηχούν παντού και με λαμπερά και πολύχρωμα πυροτεχνήματα να φωτίζουν το νυχτερινό ουρανό, ο επιθεωρητής επιστρέφει και πάλι στον εγκαταλελειμμένο σιδηροδρομικό σταθμό του Dowerton, αποφασισμένος να αναζητήσει για τελευταία φορά τη μικρή Amy. Το μέρος είναι εξαιρετικά γνώριμο στον επιθεωρητή.. Πριν μερικά χρόνια είχε αναζητήσει στον ίδιο χώρο και τα ίχνη του αρχιτέκτονα αδερφού του που εξαφανίστηκε κατά τη διάρκεια εργασιών αναστύλωσης και αποκατάστασης του σταθμού και του παρακείμενου ξενοδοχείου, του περίφημου Station Hotel (βλ. Dark Fall: The Journal). Πέρα από τη μικρή Amy, η αναζήτηση θα εστιάσει και στον Mr. Bones, που σύμφωνα με τους ντόπιους τριγυρίζει στην περιοχή απαγάγοντας ζώα και γδέρνοντάς τα και μάλλον κρύβεται κάπου στον σταθμό ή στο ξενοδοχείο. Η αναζήτηση θα φέρει τον ηλικιωμένο επιθεωρητή αντιμέτωπο με τους πιο ενδόμυχους φόβους του, με το παρελθόν που ακόμα τον καταδιώκει, με την καταρρακωμένη ψυχολογία του, με καλά κρυμμένα και ανομολόγητα μυστικά και εν τέλει με τον ίδιο του τον εαυτό... Στα σκοτεινά δωμάτια του ξενοδοχείου και στις απόμερες γωνιές του σιδηροδρομικού σταθμού κάτι έχει επιβιώσει… Είναι ο Mr. Bones που κρύβεται και εμπαίζει τον αδύναμο πλέον επιθεωρητή? Είναι η μικρή Amy που είναι ακόμη ζωντανή ή το φάντασμά της που πλανάται στον χώρο αποζητώντας την λύτρωση? Είναι η αντανάκλαση του εσωτερικού κόσμου και της διαταραγμένης ψυχολογίας του επιθεωρητή που είδε τη ζωή του να καταστρέφεται εξαιτίας του Mr. Bones και της Amy? Ή μήπως είναι κάτι περισσότερο?

Ο Jonathan Boakes εφτά περίπου χρόνια μετά το πρώτο Dark Fall και μόλις ένα χρόνο μετά το Lost Crown ολοκληρώνει την τριλογία των Dark Fall και μας καλεί να ανακαλύψουμε όσα κρύβονται στους σκοτεινούς διαδρόμους και τα δωμάτια του Station Hotel...

Do you remEmber this plAce? THink hard

Το σενάριο του παιχνιδιού είναι από κάθε άποψη εκπληκτικό. Τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην βασική ιστορία, δηλαδή ο επιθεωρητής, τον οποίον χειρίζεται ο παίκτης, η Amy και ο Mr. Bones φωτίζονται ποικιλοτρόπως κατά της διάρκεια του παιχνιδιού και αποκτούν ιδιαίτερη δυναμική και έντονη υπόσταση με την εξέλιξη της δράσης. Παρόλο που τα πρόσωπα αυτά τα βλέπουμε ή τα ακούμε πολύ σπάνια στο παιχνίδι -που ασφαλώς είναι πρώτου προσώπου, όπως και τα υπόλοιπα της σειράς- οι προσωπικότητές τους σμιλεύονται με περισσή λεπτομέρεια και τελικά αναδεικνύονται σε επαρκέστατους και αρκετά ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Εκτός από τους πρωταγωνιστές καθοριστικό ρόλο στην ιστορία παίζει και το επονομαζόμενο ‘ECHO’, ένα μυστηριώδες και άγνωστο ‘πρόσωπο’ (?) που παρακολουθεί κάθε σου βήμα και σου στέλνει διαρκώς γραπτά μηνύματα στο κινητό...

Πέρα από τη βασική σεναριακή δομή που έχει σαν κεντρικό άξονα την αναζήτηση της Amy, το Station Hotel κρύβει και μια ακόμη ιστορία: την ιστορία των δώδεκα ενοίκων του ξενοδοχείου που εξαφανίστηκαν ξαφνικά τον Απρίλιο του 1947… Η υπόθεση αυτή παρουσιάστηκε πληρέστερα στο Dark Fall: The Journal. Ωστόσο, τα άδεια δωμάτια του παλιού ξενοδοχείου φιλοξενούν ακόμα τη μνήμη των ανθρώπων που πέρασαν από εκεί, τις προσωπικές τους ιστορίες, τα πάθη, τις ενοχές τους και όλα εκείνα που δεν αφήνουν τις ψυχές τους να ησυχάσουν και τις κρατούν παγιδευμένες στο Station Hotel. Η αναζήτηση του επιθεωρητή θα διασταυρωθεί αρκετά συχνά με τις ιστορίες των τελευταίων ενοίκων του ξενοδοχείου, που αναβιώνουν μέσα από ξεχασμένα προσωπικά τους αντικείμενα, έγγραφα και διάφορα άλλα σημάδια που έμειναν ανεξίτηλα στο πέρασμα του χρόνου. Οι ένοικοι θα αρχίσουν σταδιακά να επιστρέφουν στο ξενοδοχείο και τα δωμάτια τους να ξεκλειδώνουν. Ο επιθεωρητής θα πρέπει να βυθιστεί βαθειά στην προσωπικότητα και στο παρελθόν του καθενός,  προκειμένου να οδηγήσει τις χαμένες ψυχές στο δρόμο της οριστικής λύτρωσης. Σε αυτό το σημείο ο Jonathan Boakes χρησιμοποιεί και πάλι μια πολύ καλή ιδέα που είχε ενσωματώσει στο μάλλον αδύναμο δεύτερο μέρος της τριλογίας (Dark Fall: Lights Out), δίνοντας έτσι μια εντελώς μοναδική διάσταση στη δράση του Lost Souls και πολλές ευκαιρίες για πρωτότυπους και συνδυαστικούς γρίφους. Φυσικά δεν θα αποκαλύψω το εύρημα εδώ, αν και μάλλον είναι προφανές… Οι χαμένες ψυχές πάντως θα βοηθήσουν την αναζήτηση του επιθεωρητή, καθ’ όμοιο σχεδόν τρόπο που τα φαντάσματα του Saxton οδήγησαν τον Nigel Danvers στο Lost Crown. Το φινάλε, διανθισμένο με καλοσχεδιασμένες ανατροπές, απόλυτα εναρμονισμένες με την ιστορία που έχει αναπτυχθεί, επιδέχεται διάφορων ερμηνειών, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλα τα παιχνίδια του Boakes. Σε σύγκριση πάντως με το Lost Crown εδώ το φινάλε μοιάζει αρκετά πιο ολοκληρωμένο, αν και προσωπικά θα το ήθελα λίγο πιο ‘επικό’, με τη λογική πως το Lost Souls ολοκληρώνει την τριλογία των Dark Fall και την ιστορία του Station Hotel.

nowHere to hIDe. nowHERE to run

Η μεστή σεναριακή δομή τροφοδοτεί μια αρκετά ηλεκτρισμένη και κατά την άποψή μου, άκρως ρεαλιστική ατμόσφαιρα, όπου το αίσθημα του φόβου πλανάται σε κάθε σημείο των χώρων που εξερευνείς. Στο Lost Souls το αίσθημα αυτό είναι πολύ πιο έντονο απ’ ότι στα προηγούμενα παιχνίδια του Boakes και ίσως πιο ισχυρό και από κάθε adventure με ανάλογο περιεχόμενο, όπως το Scratches, το Darkness Within, το Penumbra ή και τα Delaware St. John. Η εορταστική ατμόσφαιρα της Bonfire Night που εκδηλώνεται μέσα από απομακρυσμένους ήχους γέλιων και από τα πυροτεχνήματα που κάθε τόσο σκάνε στον ουρανό, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το απομονωμένο και σκοτεινό περιβάλλον του σιδηροδρομικού σταθμού και δημιουργεί μια ατμόσφαιρα φόβου με μεγαλύτερη οξύτητα από ότι το πρώτο παιχνίδι της σειράς που εκτυλισσόταν στον ίδιο ακριβώς χώρο. Το στοιχείο της επιστροφής του επιθεωρητή και κατ’ επέκταση του παίκτη στη ίδια τοποθεσία με το Dark Fall: The Journal αποτελούσε ίσως το πιο δυνατό και ταυτόχρονα πιο κρίσιμο σημείο του νέου παιχνιδιού, καθώς το Station Hotel είχε μεν σημειώσει ιδιαίτερη επιτυχία σαν spooky χώρος, αλλά από την άλλη ο κίνδυνος της επανάληψης ήταν σαφέστατα υπαρκτός. Ο Jonathan Boakes καταφέρνει να ισορροπήσει με εξαιρετική τεχνική και μαεστρία ανάμεσα στα δύο αυτά σημεία και χρησιμοποιεί το στοιχείο της επιστροφής στον ίδιο χώρο για να επιτείνει ακόμη περισσότερο την ήδη φορτισμένη ατμόσφαιρα. Έτσι, ο παίκτης που έχει παίξει το πρώτο παιχνίδι θα νοιώσει αφενός πως επισκέπτεται ακριβώς τους ίδιους χώρους με το The Journal με αρκετά από τα στοιχεία τους να έχουν διατηρηθεί ανέπαφα, ενώ ταυτόχρονα θα αισθανθεί πως τα πάντα γύρω του είναι διαφορετικά, εξαιτίας της διαφορετικής φιλοσοφίας στη δομή του παιχνιδιού, της σημαντικής γραφικής βελτίωσής του αλλά κυρίως χάρη στο εξαιρετικής δυναμικής σενάριό του.

SHE liKes to play gAMEs, as YOU KNOW

Στο τρόπο δόμησης της δράσης του Lost Souls κρύβεται και το στοιχείο που διαφοροποιεί σημαντικά το παιχνίδι από τον προκάτοχό του. Σε αντίθεση με την ανοιχτή δράση του the Journal, όπου από την αρχή είχες πρόσβαση σχεδόν στο 80% των επιμέρους χώρων του ξενοδοχείου και του σταθμού, στο Lost Souls ο χώρος δράσης είναι αρχικά πολύ περιορισμένος και αυξάνεται με την πρόοδο του παιχνιδιού και την επίλυση γρίφων. Η συγκεκριμένη φιλοσοφία ανάπτυξης της δράσης του παιχνιδιού εφαρμόζεται, όπως είναι λογικό, και στους γρίφους του. Σε αντίθεση, πάλι, με το The Journal εδώ οι γρίφοι είναι πολύ πιο ‘συγκεντρωμένοι’ ως προς την διασπορά των στοιχείων που χρειάζονται για την επίλυσή τους. Σαφώς υπάρχουν συνδυαστικοί γρίφοι που θα χρειαστεί προσεκτική καταγραφή διάφορων πληροφοριών που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της εξερεύνησης, αλλά συνήθως οι περισσότεροι λύνονται με τη σωστή αξιοποίηση πληροφοριών που υπάρχουν είτε στο άμεσο περιβάλλον τους είτε σε στοιχεία που έχουν ήδη συλλεχθεί και είναι διαθέσιμα στο inventory. Το στοιχείο αυτό καθιστά τους γρίφους του παιχνιδιού πιο εύκολους ή καλύτερα πιο σαφείς από αυτούς του πρώτου μέρους της τριλογίας. Ο αριθμός των γρίφων στο Lost Souls καθώς και η ποικιλία τους είναι πολύ μεγάλη. Σχεδόν σε κάθε βήμα θα υπάρχει ένας μικρότερης ή μεγαλύτερη δυσκολίας γρίφος ή πρόκληση για να αντιμετωπίσετε. Μου άρεσαν αρκετά οι γρίφοι-παιχνίδια και κυρίως αυτοί που σου βάζει το μυστηριώδες  ECHO μέσω μηνυμάτων στο κινητό σου κι εσύ πρέπει να καταλάβεις από τα γραφόμενα σε ποιο χώρο του ξενοδοχείου και σε ποιο ακριβές σημείο αναφέρεται. Ακόμα και οι δυσκολότεροι γρίφοι του παιχνιδιού (π.χ. ο ηχητικός γρίφος με τα κόκαλα) λύνονται με λίγη επιμονή και μάλλον κανένας δεν θα ωθήσει τον παίκτη στην χρήση walkthrough, καθώς τα στοιχεία που παρέχονται για την επίλυση τους είναι ευδιάκριτα και αρκετά συγκεκριμένα. Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει ασφαλώς στο pixel hunting που υπάρχει σε αρκετές περιπτώσεις και ίσως δυσανασχετήσει κάποιους παίκτες. Το στοιχείο αυτό έχει τοποθετηθεί επίτηδες στο παιχνίδι και προσωπικά το βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρον, καθώς προσθέτει στο ρεαλισμό του παιχνιδιού, καλώντας τον παίκτη να εξερευνήσει τους χώρους με πολύ μεγάλη λεπτομέρεια. Μοναδικό μελανό σημείο η εύρεση ενός αντικειμένου που δεν απεικονίζεται γραφικά στην οθόνη και ο μόνο τυχαία μπορεί να το βρει κάποιος, καθώς είναι ακριβώς δίπλα σε ένα άλλο αντικείμενο και δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό. Η διάρκεια της δράσης είναι ικανοποιητική αλλά δυστυχώς όχι τόσο χορταστική όσο στο Lost Crown, ένα παιχνίδι που πραγματικά δεν έλεγε να τελειώσει. Το πρόβλημα είναι πως λίγο πριν το φινάλε ο παίκτης έχει την εντύπωση πως θα έχει και άλλο ένα σύμπλεγμα χώρων να εξερευνήσει, στον οποίο πρωτύτερα δεν είχε πρόσβαση και του είναι οικείο και αναμενόμενο από το πρώτο παιχνίδι της σειράς. Δυστυχώς, από τη συγκεκριμένη περιοχή μόνο ένα δωμάτιο είναι διαθέσιμο και η ιστορία ολοκληρώνεται με δύο ή τρεις γρίφους, ανάλογα με την τελική επιλογή που θα πάρεις, και σε κάθε περίπτωση αρκετά σύντομα και ίσως και λίγο βιαστικά. Πάντως επουδενί το παιχνίδι δεν χαρακτηρίζεται ‘μικρό’ σε διάρκεια δράσης.

theRe is somEthing you neeD to see... Something you nEED to remember...

Τα τεχνικά στοιχεία του παιχνιδιού, δηλαδή τα γραφικά και ο ήχος, συμβάλλουν σημαντικά στη συνολική εμπειρία που διαμορφώνεται και στην αίσθηση του 'φόβου' που αναδύεται σε κάθε βήμα στο κόσμο του Lost Souls. Τα γραφικά είναι σχεδόν απόλυτα ρεαλιστικά και λεπτομερή. Η μουσική επένδυση ιδιαίτερα ατμοσφαιρική και αυτή, χαρακτηρίζεται κυρίως από ήχους περιβάλλοντος που συνδυάζονται με διάφορα άλλα ηχητικά στοιχεία (π.χ. κλάματα, ουρλιαχτά, θρήνους), ίσως λίγο υπερβολικά σε ορισμένα σημεία, που έχουν σαν στόχο να ενισχύσουν την ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα. Και στη περίπτωση του Lost Souls, όπως και στο Lost Crown, προκύπτουν ορισμένα θέματα που αφορούν στις ομιλίες. Οι διάλογοι αποδίδονται με ιδιαίτερο στόμφο και με επιτηδευμένη υποκριτική, κάτι που ίσως ενοχλήσει αρκετούς. Προσωπικά έχω συνδέσει απόλυτα τον συγκεκριμένο τρόπο υποκριτικής με τα παιχνίδια του Jonathan Boakes και δεν με ενοχλεί καθόλου, αντίθετα κάνει τις ατάκες τόσο χαρακτηριστικές που δύσκολα τις ξεχνάς. Συνολικά πάντως οι διάφορες ομιλίες είναι αρκετά καλές και κάποιες από τις φωνές των ενοίκων πραγματικά εξαιρετικές… Για τον χειρισμό του παιχνιδιού δεν θα σχολιάσω παρά μόνο το στοιχείο του επίμονου click and drag που χρησιμοποιείται κάθε φορά που πρέπει να μετακινηθεί ένα βαρύ ή σφηνωμένο ανάμεσα σε άλλα πράγματα αντικείμενο. Το στοιχείο ενσωματώθηκε προφανώς ώστε να επιτευχθεί η αμεσότερη και ρεαλιστικότερη σχέση του παίκτη με το περιβάλλον του παιχνιδιού, αλλά δεν ξέρω αν τελικά προστίθεται κάτι ουσιαστικό μέσω αυτής της επιλογής. Σε αντίστοιχο επίπεδο θα εντάξω και τη χρήση του φακού από το κινητό σου προκειμένου να φωτιστούν οι πλέον σκοτεινές περιοχές του χώρου που εξερευνείς.

The otHers hAve gone. They are frEe. it’s oNly yOu, me and AMY NOW

Συνοψίζοντας, θα έλεγα πως στην περίπτωση του Dark Fall: Lost Souls τα λόγια είναι περιττά. Πρόκειται για ένα πραγματικά σπουδαίο παιχνίδι, μια ακριβή εμπειρία, απ’ αυτές που αξίζει να βιώσει κανείς παίζοντας adventures. Η δυνατή ιστορία, η συγκροτημένη και καλά δομημένη δράση, τα ρεαλιστικά και αληθοφανή γραφικά, η σωστή μουσική επένδυση και ο πλήρης ηχητικός κόσμος του,  σε συνδυασμό με τους άφθονους και πολυπρόσωπους γρίφους αναδύουν μια καθηλωτική αίσθηση αληθοφάνειας και μια ατμόσφαιρα ‘φόβου’ που δεν έχω συναντήσει σε άλλο παιχνίδι πρώτου προσώπου, τουλάχιστον σε τόσο υψηλά επίπεδα. Το εντυπωσιακότερο βέβαια στοιχείο είναι πως όλο αυτό το συναρπαστικό οικοδόμημα είναι έργο ενός και μόνο ανθρώπου. O ταλαντούχος κύριος Boakes στα καλύτερά του...

Σχόλια

Πρέπει να συνδεθείς για να σχολιάσεις
  • Δεν βρέθηκαν σχόλια

Αγαπημένα

  • Δεν βρέθηκαν σχόλια