Deponia 2: Chaos on Deponia

Παρασκευή, 14 Δεκεμβρίου 2012, Συντάκτης: Castledoque

  • Κυκλοφορία: 2012
  • Ανάπτυξη: Deadalic Entertainment
  • Πλατφόρμα: PC
O Rufus αντεπιτίθεται
 
Ένας ασυνήθιστος πρωταγωνιστής
 
Το «Chaos on Deponia»  αποτελεί το δεύτερο μέρος μιας φιλόδοξης  τριλογίας adventure games από την Daedalic, το οποίο έρχεται μέσα σε διάστημα λίγων μόλις μηνών από την κυκλοφορία του πρώτου μέρους, για να συνεχίσει τις περιπέτειες του αντι-ήρωα Rufus και να δώσει απαντήσεις στα περισσότερα από τα ερωτήματά μας.
 
Για όσους δεν έχουν ασχοληθεί με το πρώτο παιχνίδι, ο Rufus είναι ένας τεμπέλης, εγωπαθής και λίγο τρελός τύπος, ο οποίος ζει στον πλανήτη Deponia που είναι ένας απέραντος σκουπιδότοπος. Επομένως ο ήρωάς μας έχει κάθε λόγο να αγωνίζεται να διαφύγει στον θρυλικό πλανήτη Elysium, τον οποίο και φαντάζεται ως επί γης παράδεισο, με διάφορα θεότρελα εφευρήματα, τα οποία όμως ως επί το πλείστον όχι μόνο δεν πετυχαίνουν τον στόχο τους, αλλά και σκορπάνε την καταστροφή γύρω τους. Η γνωριμία του με την όμορφη Goal από τον Elysium στο πρώτο παιχνίδι του δίνει έναυσμα για νέες περιπέτειες, ενώ παράλληλα προκαλεί μια σειρά από αλυσιδωτές αντιδράσεις , που θα οδηγήσουν σε αναπάντεχες αποκαλύψεις και δύσκολες αποφάσεις.
 
Επειδή όμως ο άνθρωπος αλλάζει δύσκολα, στην αρχή του δεύτερου μέρους του παιχνιδιού, το οποίο και ξεκινάει αμέσως μετά το τέλος του πρώτου, ο Rufus γρήγορα ξαναβρίσκει τον παλιό κακό εαυτό του και προσπαθώντας για μια ακόμα φορά να εγκαταλείψει την Deponia καταφέρνει να καταστρέψει τόσο το σπίτι στο οποίο τον φιλοξενούν, όσο και το όχημα που μεταφέρει την Goal στον Elysium. Κάπως έτσι η όμορφη Ελιζιανή γκρεμίζεται πάλι στον πλανήτη των σκουπιδιών και ο Rufus καλείται ξανά να επανορθώσει για τη ζημιά που προκάλεσε, πράγμα που το κάνει  με τον μοναδικό του τρόπο, ο οποίος όπως πάντα προκαλεί ακόμα περισσότερες καταστροφές. Οι υλικές ζημιές και τα θύματα αθροίζονται ταχύτατα στα πόδια του, ενώ και η Goal δεν αργεί να υποστεί τις συνέπειες της «βοήθειάς» του με την προσωπικότητά της να τριχάζεται σε τρεις διακριτές περσόνες, καθεμιά από τις οποίες ενεργοποιείται με τη βοήθεια ενός τηλεκοντρόλ. Θα καταφέρει αυτή τη φορά ο Rufus να βοηθήσει την Goal και να σώσει την Deponia από τις εχθρικές επιβουλές ή μήπως τελικά οι προσπάθειές του θα καταστρέψουν τον πλανήτη και την αγαπημένη του μια ώρα αρχύτερα;
 
Το βάρος του προκατόχου
 
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό πως πολύ λίγα πράγματα έχουν αλλάξει στο sequel του Deponia σε σχέση με το πρώτο μέρος. Έχουμε ξανά τον αξιολάτρευτο βάρδο με τα επικά χορωδιακά και τους κωμικούς στίχους, τον εκκεντρικό αντι-ήρωα Rufus που λατρεύεις να τον μισείς, τους εξίσου τρελούς δευτερεύοντες χαρακτήρες που υφίστανται τις συνέπειες των εμπνευσμένων ιδεών του και την όμορφη Goal που παθαίνει τα μύρια όσα από τις προσπάθειές του να την βοηθήσει. Υπάρχουν δηλαδή όλα τα θετικά στοιχεία που λατρέψαμε στο πρώτο μέρος, μόνο που εδώ λόγω της επανάληψης φαίνεται να έχουν χάσει κάτι από τη φρεσκάδα τους.
 
(Τα νέα κατορθώματα του Rufus)
 
Επίσης σε αντίθεση με το σταθερά εύστοχο χιούμορ του πρώτου παιχνιδιού, το δεύτερο Deponia δείχνει να υιοθετεί σε σημεία ένα πιο βάναυσο γερμανικό και κάπως «κάφρικο» χιούμορ, που ίσως ξενίσει μερικούς. Γνήσια ξεκαρδιστικές σκηνές που θα κάνουν την κοιλιά σας να πονέσει από τα γέλια εναλλάσσονται με σκηνές όπου θα ξύνετε το κεφάλι σας με αμήχανο χαμόγελο, χωρίς να ξέρετε αν χαμογελάτε με το αστείο επειδή είναι πετυχημένο ή επειδή είναι χαζό. Αλλά και γενικότερα η μαγευτική ισορροπία μεταξύ ρεαλισμού και παρωδίας που είχε επιτευχθεί στο πρώτο μέρος, εδώ φαίνεται να κλίνει περισσότερο προς την παρωδία, με αποτέλεσμα να τρεκλίζει επικίνδυνα, σε κάποια σημεία να καταρρέει και τελικά στο σύνολο να συντηρείται οριακά.
 
Το ίδιο ισχύει και για τους δευτερεύοντες χαρακτήρες. Στο πρώτο παιχνίδι διακατέχονταν όλοι από μια ξεκαρδιστική τρέλα, αλλά παρ’ όλα αυτά κατάφερναν να είναι πειστικοί. Στο sequel οι χαρακτήρες είναι ακόμα πιο τρελαμένοι και διασκεδαστικοί, όμως αυτό γίνεται σε βάρος της πειστικότητάς τους. Ειδικά στο πρώτο μισό του «Chaos on Deponia» η αδιαφορία που δείχνουν πολλοί από αυτούς για το ενδεχόμενο της καταστροφής του πλανήτη είναι μεν εξαιρετικά κωμική, αλλά βλάπτει κατάφορα την όποια αληθοφάνεια.
 
Αλλά και πέρα από το θέμα της ισορροπίας έχω την αίσθηση ότι σεναριακά το «Chaos on Deponia» προσφέρει πολύ λίγα σε σχέση με τον προκάτοχό του. Απαντώνται βέβαια οι απορίες μας σχετικά με τον πατέρα του Rufus και το παρελθόν του πλανήτη Deponia, αλλά κατά τα άλλα επαναλαμβάνεται η ίδια ακριβώς διαδικασία πορείας του Rufus προς την ωρίμανση και την αποδοχή των ευθυνών του, που είχαμε δει και στο πρώτο μέρος. Μπορώ να πω μάλιστα ότι βρίσκω κάπως σεναριακά άστοχο το γεγονός ότι στο «Chaos on Deponia» ο Rufus φαίνεται περισσότερο ανεύθυνος σε σχέση με το πρώτο παιχνίδι και προκαλεί μεγαλύτερης κλίμακας καταστροφές, αφού έτσι ουσιαστικά αναιρείται όλη η προηγούμενη εξέλιξη του χαρακτήρα του και το όμορφο γλυκόπικρο φινάλε που είχαμε δει στο «Deponia 1».
 
Από την άλλη αυτή ακριβώς η παλινδρόμηση του Rufus στον προηγούμενο κακό χαρακτήρα του μας δίνει την ευκαιρία να απολαύσουμε άκρως διασκεδαστικούς γρίφους, που διαφορετικά δε θα μπορούσαν να μπούνε στο παιχνίδι. Πρόκειται για μια εξαιρετικά συχνή κατάρα των sequel σε παιχνίδια ή και ταινίες, στα οποία πολύ συχνά οι δημιουργοί τους αναιρούν την προηγηθείσα εξέλιξη των χαρακτήρων, προκειμένου να στήσουν μια ενδιαφέρουσα ίντριγκα με άρωμα παραπλήσιο με αυτό της προηγούμενης συνέχειας. Παρ’ όλα αυτά, στο σύνολο του παιχνιδιού η ευστροφία της πένας του Jan Müller-Michaelis είναι για μια ακόμα φορά ιδιαιτέρως εμφανής, ειδικά σε κάποια σημεία τολμηρής αυτοαναφορικότητας τόσο σε επίπεδο διαλόγων όσο και gameplay.
 
Θα αναφέρω πάντως ότι σε αντίθεση με το εξαιρετικά πετυχημένο και έξυπνο φινάλε του πρώτου παιχνιδιού, η λύση στο «Chaos on Deponia» δίνεται μάλλον εύκολα με τη συμβολή ενός κάπως αμήχανα ενσωματωμένου από σεναριακής και χαρακτηρολογικής άποψης από μηχανής Θεού.
 
Η ομορφιά των σκουπιδιών
 
Στον τομέα των γραφικών το «Chaos on Deponia» αποτελεί άξιο διάδοχο του προκατόχου του. Πανέμορφα πολύχρωμα 2D χειροποίητα γραφικά, χαρακτήρες που θυμίζουν κινέζικα και γιαπωνέζικα καρτούν, όμορφα cut-scenes, κι όλα αυτά σε full-HD ανάλυση με υποστήριξη και για widescreen αναλύσεις, όπως ακριβώς καλομάθαμε και με το προηγούμενο παιχνίδι. Η λεπτομέρεια στο σκίτσο είναι πραγματικά εντυπωσιακή, ειδικά αν σκεφτεί κανείς τον όγκο και την ποσότητα των αντικειμένων που περιλαμβάνονται σε έναν απέραντο σκουπιδότοπο. Η μουσική και τα voice-overs επίσης παραμένουν στο υψηλό επίπεδο που τέθηκε με το πρώτο Deponia.
 
Όσον αφορά τον χειρισμό, το  «Chaos on Deponia» χρησιμοποιεί το ίδιο κομψό interface που υπήρχε και στο πρoηγούμενο παιχνίδι. Μια και δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά κάτι, παραθέτω το κείμενο για το interface από την παρουσίαση που έγραψα για το πρώτο μέρος:
 
«To interface είναι εξαιρετικά εύχρηστο και κομψό. Ο Rufus κινείται με αριστερό κλικ, ενώ φέροντας τον cursor πάνω σε κάθε interactive spot, επιλέγουμε ανάμεσα σε δύο διαθέσιμες ενέργειες (οι οποίες ποικίλουν ανάλογα με το interactive spot) με αριστερό και δεξί κλικ αντίστοιχα. Το inventory γίνεται διαθέσιμο με τη ροδέλα του mouse (ή αν προτιμάμε με το κλασικό κλικ σε ένα εικονίδιο που εμφανίζεται πάνω δεξιά στην οθόνη μας, εφόσον ενεργοποιήσουμε αυτή τη δυνατότητα). Tα hotspots "προδίδονται" με το spacebar και το Esc μας πηγαίνει στο menu του παιχνιδιού για τα κλασικά: save/load, options, credits, bonus (τα video που έχουμε δει) και quit.»
 
(Η αριστοκρατική συνοικία)
 
Το «ανάποδο» μυαλό του Rufus
 
Πάντως αν το «Chaos on Deponia» με απογοήτευσε εν μέρει σε επίπεδο σεναριακής ανάπτυξης και ισορροπίας, το gameplay του με αποζημίωσε και με το παραπάνω. Κοντολογίς στο θέμα των γρίφων το sequel του Deponia δίνει ρέστα. Όσοι χαρήκαμε για την old-school δυσκολία του πρώτου μέρους, δεν μπορεί παρά να ενθουσιαστούμε με τους εξίσου απαιτητικούς και «out-of-the-box» γρίφους, με τους οποίους δοκιμάζει τις adventuring αντοχές μας το δεύτερο μέρος. Μετά από κάμποσες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, (συνέπεια των αποτυχημένων εφευρέσεών του), το μυαλό του ήρωά μας λειτουργεί με κάπως ανορθόδοξο τρόπο και εμείς πρέπει να μπούμε στη λογική του, αν θέλουμε να καταφέρουμε να λύσουμε τους γρίφους που συναντάμε.
 
Ευτυχώς το παιχνίδι μας δίνει όλα τα απαραίτητα στοιχεία για να κάνουμε τα λογικά άλματα που χρειάζονται, ώστε ποτέ να μην πούμε: «Μα καλά αυτό πως έπρεπε να το σκεφτώ;» Υπάρχει μάλιστα ένας αυτοαναφορικός γρίφος που προσωπικά τον λάτρεψα και καταδιασκέδασα μαζί του, αλλά πιστεύω ότι θα διχάσει έντονα το adventuring κοινό και πολλοί θα τον θεωρήσουν άδικο. Ωστόσο το παιχνίδι μας δίνει επανειλημμένα ένα απαλό σπρώξιμο προς τη σωστή κατεύθυνση. Αν μάλιστα είμαστε παρατηρητικοί, υπάρχει μια ακόμα διακριτική νύξη πολύ νωρίτερα στο παιχνίδι, η οποία μας προϊδεάζει και μας προετοιμάζει για την τρελαμένη αυτοαναφορική λογική του συγκεκριμένου γρίφου που θα συναντήσουμε παρακάτω.
 
Αλλά και γενικότερα όλο το puzzle-design του παιχνιδιού είναι πραγματικά υποδειγματικό, αφού κατορθώνει να μας προσφέρει δύσκολους και τρελούς γρίφους με τέτοιο τρόπο, ώστε ως επί το πλείστον να μην τους λύνουμε με trial and error, αλλά με παρατηρητικότητα και σκέψη. Αν και θα ήθελα να πιστέψω πως η επιτυχία μου στην επίλυση των δύσκολων αυτών γρίφων είχε να κάνει με την ανυπέρβλητη διάνοια μου, (βλέπετε τι παθαίνει κανείς αν κάνει πολύ παρέα με τον Rufus;) πρέπει να ομολογήσω ότι μάλλον σχετίζεται περισσότερο με το ιδιοφυές puzzle-design, που σε σπρώχνει απαλά μα πάντα διακριτικά προς τη σωστή κατεύθυνση, αρκεί να έχεις τα μάτια ανοιχτά και την πλάτη γυρισμένη στην παραδοσιακή λογική του πραγματικού κόσμου. («Boooooring», που θα έλεγε και ο Rufus.)
 
Είναι πραγματικό ευτύχημα που στον συγκεκριμένο τουλάχιστον τομέα η Daedalic, όχι μόνο δε νερώνει το κρασί της (ή μάλλον την μπύρα της), αλλά αντιθέτως μάλλον πετάει μέσα κι ένα σφηνάκι, για να μας στείλει αδιάβαστους με υποβρύχιο στα βαθιά ανεξερεύνητα νερά του old-school adventuring. Προσθέστε σε όλα αυτά μια χορταστική διάρκεια των 14-15 ωρών και έναν ανοιχτό κόσμο στον οποίο μπορούμε να κινηθούμε ελεύθερα και να εξερευνήσουμε τα μυστικά του και καταλαβαίνετε πως από άποψης gameplay  το παιχνίδι έχει πολλά να προσφέρει.
 
Ο μόνος αδύναμος κρίκος στο κατά τα άλλα έξοχο puzzle design είναι μια σύντομη arcade μάχη, που μπορεί να δυσκολέψει όσους έχουν κακά αντανακλαστικά και να τους μπλοκάρει στα μισά περίπου ενός έξοχου παιχνιδιού. Βέβαια το «Chaos on Deponia» παρέχει μια δικλείδα ασφαλείας για αυτούς τους παίκτες, αλλά να που ακριβώς στο σημείο αυτό κάνει την εμφάνισή της η γνωστή κατάρα της Daedalic και θολώνει τα νερά. Ποια είναι αυτή; Make a wild guess...
 
Τα ζωύφια ξαναχτυπούν
 
Το ξέρουμε πια καλά. Παιχνίδι της Daedalic χωρίς bugs δεν μπορεί να υπάρχει. Κοντεύει πια να γίνει σήμα κατατεθέν της εταιρίας μαζί με τους εξαιρετικούς γρίφους και τα πανέμορφα ζωγραφισμένα στο χέρι γραφικά. Δυστυχώς στην περίπτωση αυτή το bug κάνει την εμφάνισή του σε κομβικό σημείο του παιχνιδιού. Για να σας γλιτώσω από περιττή ταλαιπωρία θα αναφερθώ αναλυτικά.
 
Κάπου στα μισά του παιχνιδιού εισέρχεστε σε μια αρένα για μια μονομαχία. Εκεί καλείστε να παίξετε ένα πολύ απλό arcade παιχνίδι, το οποίο θα δοκιμάσει όμως τα αντανακλαστικά σας. Αν καταφέρετε να νικήσετε, έχει καλώς. Το bug που καραδοκεί ούτε καν σας αφορά. Αν όμως δεν έχετε καλά αντανακλαστικά, τι γίνεται; Ευτυχώς το παιχνίδι έχει προβλέψει. Δυστυχώς εκεί εμφανίζεται το bug. Αν λοιπόν χάσετε στην εν λόγω μονομαχία, το παιχνίδι σας πηγαίνει να εξασκηθείτε με ένα ανδρείκελο-στόχο σε ένα mini-game. Τα μέλη του στόχου αναβοσβήνουν με συγκεκριμένη σειρά και εσείς πρέπει να τα χτυπήσετε με τη σωστή σειρά. Κάθε φορά που κερδίζετε, τα αντανακλαστικά του Rufus βελτιώνονται. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι όταν επαναλάβετε τη μονομαχία στην αρένα, αυτή γίνεται πιο αργή. Αν βελτιώσετε τα αντανακλαστικά του στο πενταπλάσιο, που είναι και  το μέγιστο, η μάχη γίνεται πλέον πανεύκολη, αφού έχετε άπλετο χρόνο να πατήσετε το αριστερό πλήκτρο του mouse.
 
(Ταξίδι στο Βόρειο Πόλο)
 
Απλό; Όχι, γιατί εδώ ακριβώς εμφανίζεται το bug. Στην αγγλική έκδοση του παιχνιδιού το mini-game με το ανδρείκελο δε λειτουργεί σωστά και τα μέλη του αναβοσβήνουν ασταμάτητα, χωρίς να σας δίνουν ποτέ την ευκαιρία να πατήσετε τη σωστή ακολουθία. Για το πρόβλημα αυτό υπάρχουν δύο λύσεις.
 
Α) Να κερδίσετε τη μάχη στη μέγιστη δυσκολία. (Γίνεται, με χίλια βάσανα και δοκιμάζοντας την υπομονή μου τα κατάφερα.)
 
Β) Μια και η εξάσκηση με το ανδρείκελο είναι mini-game, δεν έχετε παρά να πατήσετε 5 φορές το σωτήριο κουμπί skip, για να μπορέσετε να παίξετε τη μάχη στην ελάχιστη και ουσιαστικά ανύπαρκτη δυσκολία.
 
Είναι πάντως απορίας άξιον πως ξεφεύγουν τέτοιες χοντράδες από τους δημιουργούς της Daedalic. Ή δεν έγινε πλήρες play-testing στην αγγλική έκδοση για να κυκλοφορήσει γρήγορα ή οι play-testers ήταν τόσο καλοί στα arcade games, που δεν ασχολήθηκαν ποτέ με το ανδρείκελο. Μυστήριο άλυτο...
 
Η τελική κρίση
 
Οπότε ποιο είναι το τελικό συμπέρασμα; Όπως και η Goal, η εντύπωσή μου για το παιχνίδι είναι τριχασμένη. Το gameplay είναι εξίσου καλό ή και καλύτερο σε σχέση με το πρώτο Deponia,με έξυπνους και δύσκολους γρίφους και έναν πλούσιο ανοιχτό κόσμο.  Η ιστορία ως concept παραμένει ενδιαφέρουσα και κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, με ενδιαφέρουσες υποβόσκουσες κοινωνιολογικές αναφορές, οι οποίες όμως μένουν πάντα εκεί που πρέπει, δηλαδή στο περιθώριο.
 
Ωστόσο στο συγκεκριμένο επεισόδιο συμβαίνουν πολύ λίγα σε σχέση με τη συνολική του διάρκεια των 14-15 ωρών και η πλάστιγγα μεταξύ σοβαρότητας και παρωδίας γέρνει υπερβολικά προς την πλευρά του κωμικού, με αποτέλεσμα να πλήττεται σοβαρά η  όμορφη ισορροπία που είχε επιτευχθεί στο πρώτο παιχνίδι και να μετριάζεται η αγωνία για το μέλλον του πλανήτη, αφού υπάρχουν σημεία στα οποία ο παίκτης αναρωτιέται κατά πόσο πρέπει να πάρει έστω και στοιχειωδώς στα σοβαρά αυτά που βλέπει.
 
Παρ’ όλα αυτά το «Chaos on Deponia» είναι ένα εξαίρετο adventure, που δεν πρέπει να λείψει από τη συλλογή κανενός φανατικού αντβεντσουρά, με μόνο σοβαρό μειονέκτημα το γεγονός ότι δεν κατορθώνει να αγγίξει τα υψηλά στάνταρ που τέθηκαν από το σφιχτό σενάριο και τις λεπτές ισορροπίες του πρώτου μέρους της σειράς. Διατηρεί ζωηρό το ενδιαφέρον μας, δίνει απαντήσεις σε πολλά από τα ερωτήματά μας και μας δημιουργεί αδημονία για το τρίτο και τελευταίο μέρος της τριλογίας, που ελπίζουμε να κλείσει την ιστορία με τον (κωμικά) επικό και (μεταφορικά ή και κυριολεκτικά) εκρηκτικό τρόπο που της αρμόζει.
 
Υ.Γ.: Προς το παρόν τουλάχιστον, το παιχνίδι διατίθεται μόνο ψηφιακά σε διάφορες πλατφόρμες, μεταξύ των οποίων και τα δημοφιλή GOG και STEAM.
 
 

Σχόλια

Πρέπει να συνδεθείς για να σχολιάσεις
  • Δεν βρέθηκαν σχόλια

Αγαπημένα

  • Δεν βρέθηκαν σχόλια