Goat in the Grey Fedora, The

Παρασκευή, 25 Ιουλίου 2008, Συντάκτης: Dream Specialist

  • Κυκλοφορία: 2005
  • Ανάπτυξη: Pinhead Games
  • Πλατφόρμα: PC

Γράφω το παρόν review ελπίζοντας να μου συγχωρήσετε τις όποιες συναισθηματικές υπερβολές. Εσείς που δεν έχετε παίξει ακόμα το The goat in the grey fedora, γιατί όσοι το έχετε δοκιμάσει μάλλον τώρα χαμογελάτε με κατανόηση.
 
Το παιχνίδι κυκλοφόρησε το 2005 και είναι ένα εκ των τέκνων της Pinhead Games και του Marc Darin (ο οποίος μάλιστα πρόσφατα προσχώρησε στο δυναμικό της Telltale games) με πρωταγωνιστή τον Nick Bounty και τις αλλόκοτες υποθέσεις του. Ο Bounty, επίδοξος ιδιωτικός ντετέκτιβ (private I) με γραφείο στην Chinatown, μετά την πανηγυρική διαλεύκανση της υποθέσεως των αστακών (The case of the crabs) επιστρέφει δριμύς και έτοιμος να αντιμετωπίσει κάθε πρόκληση που θα τολμήσει να βρεθεί στον δρόμο του.
 
Στην intro scene βλέπουμε τον Nick να παίζει πόκερ με κάποιους φίλους. Έχει μείνει απένταρος (και ψύχραιμος) οπότε οι καλοθελητές συμπαίχτες του προτείνουνε να θυσιάσει το ρολόι του. ‘Oh the watch is what I have left from my last case, this and a broken heart…’ απαντά ο Bounty και αρχίζει να διηγείται την περίεργη τελευταία του υπόθεση. Μια μέρα λοιπόν ‘εισβάλλει με τα προσόντα της’ στο γραφείο του η Kitty Ledbetter, ανιψιά δικηγόρου που πρόσφατα εγκατέλειψε τα εγκόσμια, ζητώντας του να αναλάβει την εύρεση μιας κατσίκας… πορσελάνινης που ανήκε στον θείο της. Η κατσίκα αυτή, αμελητέας υλικής αλλά τεράστιας συναισθηματικής αξίας, βρίσκεται στο δικηγορικό γραφείο του αποθανόντος, αλλά η δικηγορική εταιρία δεν επιτρέπει στην Kitty να την αποκτήσει καθώς η ίδια δεν ανήκει στο άμεσο οικογενειακό περιβάλλον. Εντάξει, η υπόθεση δεν είναι κελεπούρι για τον Bounty αλλά λίγο η ισχυρή ‘πειθώ’ της κυρίας Ledbetter, λίγο η άτιμη αναδουλειά, δέχεται τελικά να την αναλάβει. Εν τω μεταξύ το τελευταίο διάστημα στη πόλη επικρατεί αναστάτωση καθώς ο αντρικός πληθυσμός βάλλεται από άγνωστο πανίσχυρο μικρόβιο που προκαλεί ανεξήγητα, κρούσματα παράλυσης.


 

Από το πρώτο λεπτό κιόλας είναι εμφανές ότι ο δημιουργός ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα να δημιουργήσει ατμόσφαιρα στο παιχνίδι του. Προσωπικά θεωρώ ότι το κατάφερε καθώς πράγματι πολύ γρήγορα αντιλαμβάνεσαι ότι αυτό με το οποίο θα ασχοληθείς έχει δικό του ύφος και προσωπικότητα. Και αυτή η προσωπικότητα έχει αρωματιστεί και μοσχοβολά noir από χιλιόμετρα. Επιρροές από δεκαετία ’40, γεράκι της Μάλτας και Humphrey Bogart είναι εμφανέστατες από τους τίτλους αρχής (το παιχνίδι ξεκινάει ως noir ταινία με τους τίτλους αρχής να πέφτουν με άσπρα Broadway γράμματα σε μαύρο φόντο), τη πλοκή, τους χαρακτήρες και τους διαλόγους μέχρι και τη τελευταία λεπτομέρεια. Όλα ασπρόμαυρα και μυστηριακά ώστε να σε απορροφήσουν πλήρως.
 
Όσον αφορά το gameplay θα κυλήσει σαν νεράκι. Το παιχνίδι είναι τρίτου προσώπου και ο χειρισμός point’n click με βελάκι για τη πορεία του Bounty και χεράκι για ενέργεια όπου το ενδεχόμενο κλικ ενεργοποιεί ένα περιβάλλον με τις κλασικές επιλογές look, talk, take αλλά και με μια όχι και τόσο κλασική κάθε φορά όπως lick, tug, pilfer, kick κτλ (ενίοτε πιθανώς να ανατρέξετε σε λεξικό). Μετά την ανάθεση της υπόθεσης από την Kitty εμφανίζεται ένας χάρτης με τα μέρη προς επίσκεψη-εξερεύνηση τα οποία ενεργοποιούνται μόνο εφ’όσον ο Bounty έχει κάποιο στοιχείο σχετικό να ερευνήσει και απενεργοποιούνται με το πέρας των ερευνών.

Οι γρίφοι είναι ελάχιστοι και επιπέδου αρχαρίου. Λύνονται όλοι με τα πέντε-έξι αντικείμενα που θα μαζέψεις στο inventory, είναι ευχάριστοι και δένουν όμορφα με τη υπόθεση. Η χρήση του inventory είναι επίσης απλούστατη με τα αντικείμενα να συνδυάζονται και να επιλέγονται με ένα κλικ. Προσωπικά ξεχώρισα μια σκηνή, που εντάσσω στους γρίφους, πραγματικά απολαυστική και αρκετά πρωτότυπη. Σε αυτή τη σκηνή λοιπόν ο Bounty πρέπει να κάνει συγκεκριμένα πράγματα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Το ενδιαφέρον της σκηνής όμως είναι ότι εξελίσσεται όλη στο σκοτάδι και εμείς ουσιαστικά παίζουμε με μια μαύρη οθόνη και ό,τι κάνουμε το κάνουμε τυφλοσούρτι. Περιττό να πω ότι κατά την διάρκειά της συμβαίνουν τα χίλια μύρια που δεν μπορούμε παρά μόνο να ακούσουμε όπως η ανακάλυψη ενός αρχαίου πολιτισμού κρυμμένου για αιώνες στα έγκατα της γης και η σχεδόν ταυτόχρονη καταστροφή του από χαζή κίνηση του Bounty.
 
Οι διάλογοι είναι απλά ΕΞΑΙΣΙΟΙ. Ο κύριος Darin δούλεψε με μαεστρία το σενάριο του, θυμίζοντάς μας άλλες, καλές εποχές (και άλλες εταιρίες). Επιτέλους ένα σενάριο πρωτότυπο που διεκδικεί τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο παιχνίδι. Κυριαρχεί ένας σαρκασμός των πάντων από το σημερινό star system μέχρι τις ταινίες δεκαετίας 40 κτλ. Κάθε ατάκα έχει λόγο ύπαρξης. Το χιούμορ ξεχύνεται από το πιο απλό σχόλιο παρατήρησης ενός αντικειμένου μέχρι τον οποιοδήποτε διάλογο. Αβίαστο, καίριο, καυστικό και σύγχρονο προσωπικά με έκανε να γελάσω ηχηρά. Το κείμενο σφύζει από φράσεις κλισέ που έχουν χρησιμοποιηθεί όσο πιο κλισέ γίνεται βγάζοντας ακόμα περισσότερο γέλιο. Το σενάριο φυσικά κρύβει και τα απαραίτητα twist and turns που το κάνουν ακόμα πιο απολαυστικό.
 
Το παιχνίδι δημιουργήθηκε με macromedia και έχει 3d prerendered γραφικά. Περιβάλλον και φιγούρες όλα ασπρόμαυρα χωρίς πολλές λεπτομέρειες όμως όμορφα σχεδιασμένα, με μεράκι. Οι χώροι είναι λιτοί και καθαροί ενώ ο τρόπος που έχουν αποδοθεί οι χαρακτήρες συνάδει άψογα με το ποιόν τους. Ο μόνος που κινείται, στο παιχνίδι, εκτός cutscenes, είναι ο Bounty ενώ οι υπόλοιποι χαρακτήρες είναι κατά κύριο λόγο στατικοί, με μια μικρή κινησιολογία στα χέρια και στο στόμα. Την οποιαδήποτε κινητική-εκφραστική τους έλλειψη έρχεται να υπερκαλύψει το speech. Πραγματικά ανεπανάληπτο. Μάλιστα μου κέντρισε τόσο πολύ το ενδιαφέρον με την επαγγελματική αρτιότητα του, όπου με μεγάλη μου χαρά μπήκα στην διαδικασία αναζήτησης των profiles των ηθοποιών με αποτελέσματα αρκετά εντυπωσιακά καθώς αρκετοί εξ’αυτών έχουν μια ουκ ευκαταφρόνητη συμμετοχή σε speech παιχνιδιών. Μία έξτρα ψήφος στον Κινέζο στο ενεχυροδανειστήριο που με έκανε να νιώσω σαν να βούτηξα στο Μυστήρια στο Πεκίνο.


 

Η μουσική που πλαισιώνει το παιχνίδι από τους Emperors of Swing αντεπεξήλθε των προσδοκιών μας. Στην noir ατμόσφαιρα θεωρώ πως οι επιλογές του soundtrack συνέβαλαν τα μέγιστα με swing, jazz, και ήχους σαξοφώνου να πλημμυρίζουν και να επενδύουν το παιχνίδι ιδανικά.
 
Το παιχνίδι απέσπασε αρκετά βραβεία εκ των οποίων και το best indy. Αναμφίβολα είναι εμφανές ότι ο Darin είχε μια συγκεκριμένη ιδέα στο μυαλό του και όλες του οι κινήσεις στόχευσαν προς την υλοποίηση αυτής της ιδέας. Δεν αποσπάστηκε και δεν λοξοδρόμησε γι’αυτό και το παιχνίδι του είναι ‘συμπαγές’ και ολοκληρωμένο. Τελικά ‘το όσο πιο λίγα μέσα διαθέτεις για ένα παιχνίδι τόσο καλύτερο γίνεται’, έχει επιβεβαιωθεί πολλάκις στην ιστορία των adventures. Το παιχνίδι μπορείτε να το κατεβάσετε ως freeware είτε να το απολαύσετε o­nline στο http://www.otterarchives.com/bounty2/.
Πρωτότυπο, ιδιοφυές, φρέσκο…σπεύστε!

Σχόλια

Πρέπει να συνδεθείς για να σχολιάσεις
  • Δεν βρέθηκαν σχόλια

Αγαπημένα

  • Δεν βρέθηκαν σχόλια