Book of Unwritten Tales, The

Τρίτη, 03 Φεβρουαρίου 2015, Συντάκτης: Castledoque

  • Κυκλοφορία: 2011
  • Ανάπτυξη: KING art games
  • Πλατφόρμα: PC, Mac

Τέσσερις ήρωες σε αναζήτηση έπους

Ιστορική αναδρομή

Τέλη του 2011. Για μια ακόμα φορά οι Κασσάνδρες προφητεύουν το τέλος των adventure games. Τα μεγάλα ονόματα του χώρου έχουν χαθεί ή ασχολούνται με άλλα είδη. Καθιερωμένες εταιρίες κλείνουν ή αλλάζουν ρότα. Η Telltale Games είναι η μόνη μεγάλη εταιρία που φτιάχνει ακόμα παραδοσιακά adventure. Η Daedalic ακόμα δεν είναι ευρέως γνωστή και εκτός Ευρώπης αντιμετωπίζεται με δυσπιστία· το εμβληματικό The Whispered World έχει λάβει αντιφατικές κριτικές. Στον χώρο των ανεξάρτητων παραγωγών, το Gemini Rue μοιάζει με μοναχικό φάρο. Το φαινόμενο kickstarter βρίσκεται ακόμα στα σπάργανα με την ανακοίνωση της καμπάνιας χρηματοδότησης του Cognition. Υπάρχουν βέβαια οι φήμες για ένα μυστηριώδες παιχνίδι από την άγνωστη εταιρία KING art Games, που έχει κάνει πάταγο στην Βαλχάλα των παιχνιδιών adventure, την Γερμανία. Έχουν όμως περάσει 2 χρόνια από την κυκλοφορία του και σαν το άγιο δισκοπότηρο είναι ελάχιστοι αυτοί που το έχουν δει. Κάθε ελπίδα για αγγλόφωνη διανομή έχει σχεδόν χαθεί. Κάπου εδώ, μέσα από την γερμανική νύχτα των adventure games, κάνει περίτρανα την εμφάνισή της η αγγλική βερσιόν που δεν περιμένει πια κανείς: Tο Book of Unwritten Tales (BOUT) αποκτάει επιτέλους αγγλική φωνή και οι κριτικοί το αντιμετωπίζουν ως την Μεγάλη Επιστροφή.

Το βάρος ήταν μεγάλο. Την εποχή της αγγλόφωνης κυκλοφορίας του, το παιχνίδι αγαπήθηκε αλλά και επικρίθηκε από την κοινότητα των παικτών παιχνιδιών adventure. Ήταν επόμενο, μια και οι προσδοκίες είχαν εκτιναχθεί στα ύψη. Τώρα που έχουν περάσει 3+ χρόνια μπορούμε ίσως να αποτολμήσουμε μια πιο ισορροπημένη προσέγγιση. Άξιζε το θόρυβο γύρω από το όνομά του το BOUT; Ας αναζητήσουμε την απάντηση μαζί.

(ο Wilbur και ο κόσμος)

Μια επική κομεντί

Το BOUT δεν είναι ούτε καθαρόαιμη εποποιία που παίρνει στα σοβαρά τον εαυτό της αλλά ούτε και ανατρεπτική παρωδία του είδους. Οι δημιουργοί επέλεξαν να σταθούν κάπου στο ενδιάμεσο και να στήσουν μια νοσταλγική επική κομεντί με συμπαθητικούς πρωταγωνιστές, που παρά τα όποια τους ελαττώματα δε χάνουν ποτέ τον ηρωικό τους χαρακτήρα, εκκεντρικούς και ενδιαφέροντες δευτερεύοντες χαρακτήρες και απαλά, σχεδόν χαϊδευτικά, πειράγματα στο είδος των adventure, των RPG και της ηρωικής φαντασίας. Κάπως έτσι έστησαν ένα παιχνίδι adventure που θυμίζει έντονα σε χαρακτήρα τα πιο ανάλαφρα από τα επεισόδια της αγαπημένης σειράς των King’s Quest της SIERRA. Ο ήπιος και νοσταλγικός αυτός τόνος δυσαρέστησε αρκετούς οπαδούς του είδους, που θα προτιμούσαν ίσως ένα παιχνίδι με πιο ισχυρή προσωπικότητα και περισσότερη πρωτοτυπία, όμως κατά τη γνώμη μου στη συγκεκριμένη περίπτωση οι δημιουργοί πέτυχαν αυτό ακριβώς που επεδίωξαν: μια νοσταλγική μα και μοντέρνα αναβίωση ενός αγαπημένου είδους με γρίφους και ιστορία που στέκονται στο μεταίχμιο μεταξύ σοβαρότητας και αστείου, αποδοχής και αποδόμησης των κλισέ. Αν μη τι άλλο, η ικανότητα τους να μην παλαντζάρουν ποτέ υπερβολικά προς την μία ή την άλλη πλευρά φανερώνει ιδιαίτερη δεξιοτεχνία.

Ο βασικός αφηγηματικός άξονας του παιχνιδιού δανείζεται πρόθυμα όλα τα κλισέ της ηρωικής φαντασίας. Στον μαγικό κόσμο της Aventásia, ο πόλεμος ανάμεσα στην Συμμαχία και την Στρατιά των Σκιών μαίνεται αμφίρροπα εδώ και χρόνια, όταν ο αρχαιολόγος MacGuffin ανακαλύπτει πού βρίσκεται ένα μαγικό αντικείμενο που μπορεί να αποφασίσει τελειωτικά τον νικητή: το Κειμήλιο του Θεϊκού Πεπρωμένου. (Εδώ αξίζει να αναφερθεί πως το MacGuffin είναι κινηματογραφικός όρος που έγινε διάσημος από τον κορυφαίο σκηνοθέτη και δημιουργό Alfred Hitchcock και αναφέρεται στην αφηγηματική πρόφαση που δίνει έναυσμα για το ξετύλιγμα της πλοκής.) Οι δυνάμεις της Σκιάς απαγάγουν τον αρχαιολόγο και αναζητούν απεγνωσμένα το μαγικό κειμήλιο που θα τους χαρίσει την πολυπόθητη κυριαρχία του κόσμου. Η μοίρα θα θελήσει να βρεθούν αντίκρυ τους 4 ολότελα διαφορετικοί ήρωες, οι οποίοι θα πρέπει να συνεργαστούν (λιγότερο ή περισσότερο πρόθυμα) για να τους εμποδίσουν: κατά σειρά εμφάνισης, η Ivo, ο Wilbur, o Nate και το Critter.

(η πύλη του βυθισμένου ναού)

Η Ivo είναι πριγκίπισσα των ξωτικών που αγαπάει την περιπέτεια και μέχρι τώρα έχει καταφέρει να κρατήσει αποστάσεις από τα ανόητα παιχνίδια εξουσίας των κοινών θνητών. Ο Wilbur είναι ένα νεαρό gnome (στα ελληνικά θα μπορούσε να κληθεί τελώνιο ή καλικαντζαράκι) που ονειρεύεται ηρωικές περιπέτειες μέσα από τη θαλπωρή του σπιτιού των γονιών του και προτιμάει την μαγεία από την οικογενειακή παράδοση της ενασχόλησης με την τεχνολογία. Ο Nate είναι πειρατής και κατεργαράκος που ονειρεύεται θησαυρούς και δεν έχει καμιά διάθεση για ηρωικές πράξεις. Το Critter είναι ένα μυστηριώδες πλάσμα με μαγικές ιδιότητες που συντροφεύει πιστά τον Nate και νοιάζεται μόνο να βοηθάει τους συντρόφους του. Αυτοί είναι οι τέσσερις αταίριαστοι ήρωες που θα πρέπει να χειριστούμε στη διάρκεια του παιχνιδιού (άλλοτε μόνους τους και άλλοτε σε ζευγάρια ή και τριάδες) προκειμένου να φτάσουμε στο μεγάλο φινάλε.

Δυστυχώς εδώ βρίσκεται και το πιο σοβαρό μειονέκτημα του παιχνιδιού. Η λύση του δράματος έρχεται με ένα έξυπνο σεναριακό εύρημα, που όμως κατά τη γνώμη μου υστερεί ως προς την παρουσίασή του, ενώ το φινάλε γενικότερα αποπνέει μια αίσθηση βιασύνης που έρχεται σε αντίθεση με το μεράκι που διαπνέει το υπόλοιπο παιχνίδι. Κάπως έτσι, ενώ το φινάλε της περιπέτειας είναι σαφέστατα ολοκληρωμένο, η απουσία επιλόγου και κάποιοι κακοί αφηγηματικοί χειρισμοί αφήνουν τον παίκτη με την παράδοξη αίσθηση κάποιας ανικανοποίητης εκκρεμότητας.

«Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη…»

Ωστόσο παρά τις όποιες ενστάσεις για το φινάλε, η ίδια η διαδρομή προς το φινάλε αυτό είναι όλα τα λεφτά. Οι χαρακτήρες είναι 3D με εξαιρετικά animation, εκφραστικά πρόσωπα και άριστο lip-synching. Παραδόξως αν και κινούνται σε ένα πανέμορφο 2D ζωγραφισμένο στο χέρι περιβάλλον, οι φιγούρες τους δένουν και εναρμονίζονται άψογα με τα backgrounds, πράγμα ιδιαίτερα σπάνιο σε παιχνίδια που παντρεύουν 2D και 3D. Αν αυτά σας φαίνονται ψιλά γράμματα, ας μείνουμε στο γεγονός πως οι πανέμορφες τοποθεσίες στις οποίες εξελίσσεται το παιχνίδι, όπως η πόλη Seastone, ο επιβλητικός αρχαίος ναός και οι άγριες εκτάσεις, θα σας αφήσουν έκθαμβους με την λεπτομέρεια και την εικαστική ομορφιά τους. (Μοναδικό μειονέκτημα είναι το γεγονός πως το παιχνίδι τρέχει σε αναλογία οθόνης 16:10 και όχι 16:9, με αποτέλεσμα να έχουμε στο δεξί και το αριστερό άκρο της οθόνης λεπτές μαύρες μπάρες, γεγονός απολύτως δικαιολογημένο μια και ουσιαστικά μιλάμε για adventure του 2009, το οποίο ωστόσο ξενίζει σήμερα.) Πάντως μη φανταστείτε πως έχουμε να κάνουμε με έρημες χώρες τύπου Myst. Στη διάρκεια του ταξιδιού τους, οι ήρωές μας θα συναντήσουν πολλούς εκκεντρικούς και διασκεδαστικούς χαρακτήρες που θα θελήσουν να τους βοηθήσουν ή θα αποτελέσουν τροχοπέδη για τον αγώνα τους.

(της φυλακής τα σίδερα είναι για... τον Nate και το Critter)

Το εξαιρετικό voice-acting κάνει ακόμα πιο συμπαθείς τους καλογραμμένους χαρακτήρες του BOUT και υπογραμμίζει το διακριτικό χιούμορ που ευτυχώς ποτέ δε φτάνει σε «βάρβαρες» γερμανικές ακρότητες. Η μουσική του Benny Oschmann παντρεύει πετυχημένα το επικό και το παραμυθένιο στοιχείο. Μπορεί να μην αγγίζει τη λυρική δύναμη της μουσικής που συναντάμε στα παιχνίδια φαντασίας της Daedalic, αλλά παραμένει πάντα ευχάριστη και φρέσκια, χωρίς να κουράζει ποτέ τα αυτιά μας.

Επί τροχάδην, ο χειρισμός

Ο χειρισμός ακολουθεί τα πρότυπα του κλασικού point and click. Οι χαρακτήρες κινούνται με αριστερό κλικ. Επίσης με αριστερό κλικ μπορούμε να παρατηρήσουμε και στη συνέχεια να χρησιμοποιήσουμε αντικείμενα. Με το δεξί κλικ μπορούμε να ακούσουμε ξανά την περιγραφή που μας έδωσε το πρώτο αριστερό κλικ. Όταν παύουν όλες οι δυνατές αλληλεπιδράσεις με ένα αντικείμενο, ο κέρσορας εξαφανίζεται. Ο μηχανισμός αυτός δίνει πόντους ευχρηστίας στο παιχνίδι, αλλά ταυτόχρονα το καθιστά προοδευτικά όλο και πιο εύκολο όσο περισσότερο μένουμε σε μια περιοχή (μια και ο αριθμός των σημείων πιθανής αλληλεπίδρασης σταδιακά μειώνεται). Το Inventory αναδύεται, όταν φέρουμε τον κέρσορα στο κάτω μέρος της οθόνης και το κουμπί Esc μας οδηγεί στο κεντρικό μενού με τις επιλογές για continue game, save game, load game, settings, new game και quit game. Από τα settings μπορούμε να παραμετροποιήσουμε τα γραφικά και την ένταση του ήχου, καθώς και να ενεργοποιήσουμε τους υπότιτλους. Αξίζει να αναφερθεί η λειτουργία αποκάλυψης των hotspots με το πλήκτρο space (θα επανέλθω παρακάτω).

Στη λαστιχένια κότα… εε, θέλω να πω στους γρίφους βρίσκεται το ζουμί

Καλά όλα αυτά, θα μου πείτε, αλλά γρίφους έχει το παιχνίδι; Δεδομένου πως η κυριότερη κατηγορία που απευθύνθηκε στο BOUT ήταν η ευκολία του, πρέπει να ομολογήσω πως οι γρίφοι του αποτέλεσαν για μένα ευχάριστη έκπληξη. Οπωσδήποτε δε μιλάμε για old-school δυσκολία, ειδικά δεδομένων των διευκολύνσεων που παρέχει το interface. Παρ’ όλα αυτά οι γρίφοι του παιχνιδιού είναι πολλοί, λογικοί και πάντα διασκεδαστικοί. Προσδίδουν στο παιχνίδι μια απολύτως αξιοσέβαστη διάρκεια περίπου 20 ωρών και θα τους χαρακτήριζα μάλλον μέτριας δυσκολίας. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει στους αρκετά πιο απαιτητικούς γρίφους του τρίτου κεφαλαίου που διαδραματίζεται στον βυθισμένο ναό, όπου καλούμαστε να χρησιμοποιήσουμε ταυτόχρονα 3 χαρακτήρες για να προχωρήσουμε στην εξερεύνησή του. Πρόκειται μακράν για το πιο διασκεδαστικό ίσως τμήμα του παιχνιδιού από άποψης gameplay και μάλλον και το πλέον καινοτόμο, ειδικά αν λάβουμε υπόψη μας πως το BOUT κυκλοφόρησε αρκετά χρόνια πριν το Resonance (το οποίο εξέλιξε και εκλέπτυνε στο έπακρο τους συγκεκριμένου τύπου μηχανισμούς). Δυστυχώς μια ελαφριά καθυστέρηση στην εναλλαγή των χαρακτήρων (κατά την οποία βλέπουμε τους χαρακτήρες να εκτελούν κάποια μάλλον άχρηστα animation αλλαγής θέσης) επιβραδύνει κάπως τα πράγματα, χωρίς όμως και να αποτελεί ουσιαστική ενόχληση. Πιο ουσιαστικό μειονέκτημα αποτελεί η παρουσία κάποιου βαθμού pixel-hunting. Σε κάποια (ευτυχώς λίγα) στιγμιότυπα του παιχνιδιού πρέπει να πάρουμε μικροσκοπικά αντικείμενα, τα οποία χάνονται μέσα στα πλούσια και λεπτομερή backgrounds. Ασφαλώς η χρήση του πλήκτρου space που φανερώνει όλα τα hotspots λύνει το συγκεκριμένο πρόβλημα, ωστόσο προσωπικά θεωρώ τέτοιου είδους λύσεις ημίμετρα, δεδομένου πως όσοι δεν αγαπούν την χρήση της συγκεκριμένης διευκόλυνσης θα ταλαιπωρηθούν άδικα σε κάποια σημεία του παιχνιδιού.

Το τέρμα της αναζήτησης

Επανερχόμαστε λοιπόν στο αρχικό ερώτημα: «Άξιζε το θόρυβο γύρω από το όνομά του το BOUT;» Κατά τη γνώμη μου, η απάντηση είναι εμφατικά καταφατική. Όταν κυκλοφόρησε, το BOUT θεωρήθηκε εκπρόσωπος της αναβίωσης του είδους των adventure και αποτέλεσε μέτρο σύγκρισης και υπόδειγμα ποιότητας. Ωστόσο είναι πραγματικά εντυπωσιακό πόσο καλά στέκεται ακόμα και σήμερα. Αν και ο πήχης έχει πλέον ανέβει ψηλά με τις ολοένα και αρτιότερες κυκλοφορίες των τελευταίων ετών, το BOUT δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτα τα νεότερα αδερφάκια του.

Σχόλια

Πρέπει να συνδεθείς για να σχολιάσεις
  • Άριστο review για ένα από τα καλύτερα adventure games των τελευταίων ετών. Well done doc!

  • Σε απάντηση: manos426f

    Thanks φίλε!

  • Castledoque πολύ ωραίο review! Μου θύμισες όλα τα γλυκά συναισθήματα όταν το τελείωσα... Έχει αυτή τη γλυκιά γεύση του παρελθόντος χωρίς αυτή την ρετρίλα των άλλων πιξελιασμένων παραγωγών... :)

  • Σε απάντηση: GameLinguist

    Ευχαριστώ φίλε για τα πολύ καλά λόγια! :) Πραγματικά το BOUT αποτέλεσε πολύ ευχάριστη έκπληξη. Είχα ακούσει πολύ αντιφατικά σχόλια τότε που είχε κυκλοφορήσει κι αυτός ήταν ένας από τους λόγους που καθυστέρησα να το παίξω. Πάντως αφού το review σου θυμίζει τα συναισθήματα που αποκόμισες όταν τέλειωσες το παιχνίδι, σημαίνει πως σε κάποιο βαθμό πέτυχα τον στόχο να μεταδώσω κάτι από την αίσθηση και την ατμόσφαιρά του.

Αγαπημένα

  • Άριστο review για ένα από τα καλύτερα adventure games των τελευταίων ετών. Well done doc!

  • Castledoque πολύ ωραίο review! Μου θύμισες όλα τα γλυκά συναισθήματα όταν το τελείωσα... Έχει αυτή τη γλυκιά γεύση του παρελθόντος χωρίς αυτή την ρετρίλα των άλλων πιξελιασμένων παραγωγών... :)